7.8.09

Patmos..."don’t drink and drive just smoke and fly"

Η μέρα κυλά ευχάριστα δίχως άλλες εκπλήξεις. Η ζέστη είναι ανυπόφορη έξω από το νερό και με το που βγαίνεις από τη θάλασσα στεγνώνεις αμέσως. Καθώς κολυμπάμε όλοι μαζί ο Ανδρέας μου δείχνει με νόημα τα χέρια της Κατερίνας που όπως εξέχουν από το νερό οι τρίχες, κολλάνε μεταξύ τους και νομίζεις πως βλέπεις το χέρι του λυκάνθρωπου.
- Τι πάθατε εσείς ; Ρωτάει η Κατερίνα κοιτώντας μας με απορία.
- Μπα που να σκάσεις πανάθεμά σε ,του λέω μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας ενώ πνίγομαι από τα γέλια… αλλά και αυτός δεν πάει πίσω. Και ενώ προσπαθούμε να συνέλθουμε γελάμε πιο πολύ και γραπώνουμε ο ένας τον άλλον για να σωθούμε. Με το ζόρι πλησιάζω το φουσκωτό να πιαστώ, αφού έχω πιει ένα κιλό νερό.
Ο Ανδρέας πιάνεται από τον ώμο μου να μη βουλιάξει και συνεχίζουμε τα νευρικά γέλια.
- Σταμάτα πια δεν μπορώ άλλο, του λέω και πάνω στην προσπάθειά μου να τον ξεφορτωθώ για να ανέβω στο φουσκωτό του δίνω μια στο καρούμπαλο..
Εγώ ανεβαίνω στη βάρκα και αυτός ακόμα γελάει και δεν μπορεί να σταματήσει, καθώς ανεβαίνει τη σκάλα της βάρκας.
- Σε καλό να μας βγούν ..ααχ ούτε η Αγγελοπούλου Δασκαλάκη τόση λυκότριχα!

- Κατερινάκι τι διαβάζεις? Ρωτάει ο Γιώργος και κάθεται δίπλα της.
- Τη ζωή της Τζάκυ Ο.
Εμ δεν σε είχα και για τίποτα καλύτερο εσένα. Τα ξέρουμε ήδη τα πρότυπά σου.
- Γιώργο μήπως έχεις τσιγάρα, γιατί ξέχασα να πάρω και μου τελείωσαν.
Γεμάτο ήταν το πακέτο αλλά η μοντέλα της κακιάς ώρας το έχει σε κακό να αγοράσει δικά της και ώσπου να πεις κύμινο εξαφανίζει τα δικά μου.
- Ναι Σάσα, έχω ένα πακέτο Marlboro δίπλα στον Άγγελο.
Ανοίγω το πακέτο και τι να δω…Μόνο ένα κανονικό τσιγάρο και τα άλλα στριφτά από τα καλά…ε βέβαια με τέτοιο σλόγκαν στον αναπτήρα έπρεπε να το είχα καταλάβει… (don’t drink and drive just smoke and fly)
- Άσε μη στο στερήσω καλύτερα, έχεις μόνο ένα.
- Όχι δεν πειράζει πάρ’ το εγώ θα κάνω από τα άλλα, μήπως θες και εσύ?
- Μπα όχι με πειράζει. Ευχαριστώ πάντως.
Και ενώ οι λοιποί καπνίζουν χόρτο ντάλα μεσημέρι και με καύσωνα (μη χειρότερα δηλαδή), ήμασταν που ήμασταν, απογίναμε…Έχω αρχίσει και εκνευρίζομαι, άσε που φοβάμαι μη μας κολλήσει και σε κανένα βράχο αυτός ο βαρεμένος. Τι ζώ η έρημη, τι ζώ….άντε να τη βγάλουμε και σήμερα.
Και αφού αρχίζουμε το φαγητό, να σου και έρχεται και ο αστακός με την μακαρονάδα του. Όλα κυλάνε φυσιολογικά, δηλαδή τρώμε όλοι εκτός από την Κατερίνα. Τρώω και ΄γω που μετά από την τρίτη μπουκιά αρχίζω και νιώθω μια περίεργη φαγούρα στο λαιμό και πρήξιμο. Ωχ μάλλον με έπιασε η αλλεργία πάλι, καλύτερα να μη φάω άλλο…τι το ‘θελα αφού το ξέρω πως με πειράζει.
Μετά από λίγη ώρα, και αφού στο μεταξύ νιώθω να έχουν πρηστεί και τα χείλια μου, αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες κοκκινίλες στα χέρια. Λες και βγάζω παιδική αρρώστια, αλλά δεν πτοούμαι, το ξέρω πως μετά από λίγη ώρα και με ένα Zirtek θα είμαι περδίκι. Για να δώ τη τσάντα μου, πάντα τα κουβαλάω μαζί μου…Α, να΄το.
- Τι έπαθες σουπιά?
- Τίποτα μια μικρή αλλεργία από τον αστακό. Πήρα το χάπι μου και σε λίγο θα είμαι εντάξει.
Η αλήθεια είναι ότι οι υπόλοιποι με κοιτάζουν με τρόμο.
- Είσαι χάλια ξέρεις. Σχολιάζει η Κατερίνα κοιτώντας με αηδία
- Σίγουρα είσαι καλά? Με ρωτάει ο Γιώργος και έρχεται δίπλα μου. Τι χάπι πήρες?
- Ζιρτεκ.
- Πάλι καλά που είχες κάτι μαζί σου. Πάμε μέσα να ρίξεις λίγο νερό. Σε λίγο θα είσαι καλύτερα.
Καθώς μπαίνω στην αυτοσχέδια εξωτερική τουαλέτα της ταβέρνας τι να δώ....Μια άλλη στον καθρέφτη. Τα χείλη μου διπλάσια μη πω και τριπλάσια, σαν κάτι τραβεστί που έχουν κάνει σιλικόνη. Η μούρη μου κατακόκκινη σαν το παντζάρι και με πιο κόκκινες βούλες στα χέρια.. Ρίχνω λίγο νερό και βγαίνοντας έξω ο Γιώργος περιμένει.
- Αισθάνεσαι καλύτερα?
- Ναι, πολύ σ’ ευχαριστώ .
Τώρα που είδα και πως είμαι…τι να σου πω. Τι γλυκούλης που είναι ,σκέφτομαι γυρνώντας στο τραπέζι.
Ο Νίκος με αγριοκοιτάζει τώρα, λες και είμαστε ακόμα ζευγάρι και έχει θυμώσει που ο Γιώργος ήρθε μαζί μου.
Να, αυτά δεν μπορώ. Για να δεις τι παλιο-χαρακτήρας είναι, με θεωρεί σαν οικόπεδο ένα πράγμα, και παρόλο που με θέλει ακόμα, δεν με διεκδικεί με ωραίο τρόπο όπως πολύ απλά θα μπορούσε να κάνει. Αλλά παρακολουθεί τις κινήσεις μου και μπαστακώνεται λες και είναι αστυνομία με το έτσι θέλω. Εγώ φταίω που δεν τον θέλω μετά? Δεν τον μπορώ άλλο αυτό τον άνθρωπο, και μόνο που τον βλέπω καταπιέζομαι.
Ευτυχώς τα μαζεύουμε για να φύγουμε σιγά-σιγά...

3 σχόλια:

dimitra είπε...

POSES MERES EIPAME 8A KA8ISEI TO PAREAKI PATMO?

dimitra είπε...

afto me tin allegia pantos to exo zisei me tin sister mou sxedon se ka8e diakopes!

Ανώνυμος είπε...

Ante, mazeute ta epitelous!!!!